Αλλάζει τα δεδομένα το νέο δίκτυο οπτικών ινών αξίας 2,5 δισ. ευρώ

ΠΟΙΚΙΛΑ σχόλια από τα στελέχη όλων των τηλεπικοινωνιακών εταιρειών έχει προκαλέσει η πρόσφατη ανακοίνωση του σχεδίου του υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών για τη δημιουργία δικτύου οπτικών ινών που θα φθάσει σε 2 εκατ. νοικοκυριά με προϋπολογισμό 2,5 δισ. ευρώ. Αν και σε γενικές γραμμές η υλοποίηση του έργου αντιμετωπίζεται θετικά τα ερωτήματα είναι πολλά και κρίσιμα.

Είναι σαφές ότι πρόκειται για τη δημιουργία ενός νέου τηλεπικοινωνιακού δικτύου, το οποίο σε ένα μεγάλο βαθμό θα υποκαταστήσει πολλά από τα υπάρχοντα δίκτυα, ενώ θα είναι ευθέως ανταγωνιστικό του χάλκινου δικτύου του ΟΤΕ.

Σύμφωνα με τον υπουργό Μεταφορών και Επικοινωνιών κ. Κ. Χατζηδάκη «χώρες όπως η Γαλλία, η Βρετανία και η Γερμανία, έχουν ήδη προσανατολίσει ξεκάθαρα τη στρατηγική τους στην ανάπτυξη δικτύων οπτικών ινών. Δίκτυα που καλύπτουν μέχρι και το έσχατο άκρο, last mile, της σύνδεσης του τελικού χρήστη με το Διαδίκτυο.

Φθάνουν, δηλαδή, μέχρι και το σπίτι του χρήστη και λέγονται γι’ αυτό Fiber to the Home. Στη Σουηδία μισό εκατομμύριο σπίτια έχουν συνδεθεί μέσω της τεχνολογίας αυτής, ενώ στη Δανία βρίσκεται σε εξέλιξη σχέδιο για τη σύνδεση 967.000 κατοικιών, που αντιστοιχούν στο 33% των συνολικών σπιτιών. Στη Γαλλία αναπτύχθηκε Εθνική Στρατηγική με στόχο τη σύνδεση 4 εκατ. κατοικιών μέχρι το 2012».

Τα στοιχεία αυτά προδιαθέτουν φυσικά για την αναγκαιότητα της επένδυσης που θα έχει ως στόχο να πάψει η Ελλάδα να καταλαμβάνει την τελευταία θέση στην κατάταξη της διείσδυσης των νέων τεχνολογιών.

Ο διαγωνισμός

Ως τρόπο υλοποίησης του νέου τηλεπικοινωνιακού δικτύου το υπουργείο φαίνεται να προκρίνει τη μέθοδο της παραχώρησης (ή κάτι ανάλογο) με τη διενέργεια ενός ανοιχτού διαγωνισμού στον οποίο θεωρητικά θα μπορούν να συμμετέχουν όλοι οι τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι, ο ΟΤΕ, οι κατασκευαστικές εταιρείες ή και εταιρείες που διαθέτουν δίκτυα όπως είναι η ΕΥΔΑΠ .

Αν και δεν έχει αποφασιστεί τελεσίδικα ένα από τα σενάρια είναι το έργο να υλοποιηθεί ενιαία χωρίς δηλαδή να «κομματιαστεί» σε γεωγραφικές περιοχές, όπως π.χ. το 4.2 της Κοινωνία της Πληροφορίας (δημιουργία περιφερειακών τηλεπικοινωνιακών δικτύων). Αν επιλεγεί το σενάριο αυτό τότε ο ανάδοχος θα είναι ένας. Οι υπηρεσίες που θα παρέχει θα είναι ρυθμιζόμενες κάτι που σημαίνει ότι θα του επιβληθούν συγκεκριμένα περιθώρια κέρδους.

Το μοντέλο χρηματοδότησης που προωθείται προβλέπει τα κεφάλαια να εξασφαλιστούν από τρεις πλευρές – από εθνικούς πόρους και από το 4ο Κ.Π.Σ. κατά το ένα τρίτο, από τη συμμετοχή των ιδιωτών κατά το ένα τρίτο και από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων επίσης κατά το ένα τρίτο. Δεν είναι σαφές αν το υπουργείο Οικονομίας έχει συμφωνήσει με την προοπτική αυτή.

Τα σχόλια

Τα σχόλια λοιπόν τα οποία καταγράφονται με βάση τα δεδομένα που έχει ανακοινώσει το ΥΜΕ μπορούν να χωριστούν σε δύο κατηγορίες:

Η πρώτη σχετίζεται ευθέως με τη θέση και το μέλλον του ΟΤΕ. Με δεδομένο ότι ο Οργανισμός ρυθμίζεται όσον αφορά την τιμολογιακή του πολιτική, έχει δηλαδή συγκεκριμένες δομές κόστους, η δημιουργία ενός ανταγωνιστικού δικτύου εκτιμάται ότι θα τον καταστήσει μια προβληματική μη κερδοφόρα επιχείρηση.

Το σκηνικό αυτό δεν ταιριάζει με τις επιδιώξεις της κυβέρνησης να βρει για τον ΟΤΕ OTE στρατηγικό επενδυτή, μεγάλη ευρωπαϊκή τηλεπικοινωνιακή επιχείρηση όπως η Deutsche Telecom. Από την άλλη πλευρά στελέχη των εναλλακτικών παρόχων σχολιάζουν ότι σε περίπτωση που ο ΟΤΕ ως επιχείρηση αποφασίσει να συμμετάσχει στο διαγωνισμό για το νέο δίκτυο έχει μεγάλες δυνατότητες να κερδίσει και αυτό θα σημάνει κατά κάποιο τρόπο μια νέου τύπου κρατικοποίηση του τηλεπικοινωνιακού δικτύου.

Ένα άλλο σχόλιο είναι ότι θα πρόκειται για ένα εκ του αποτελέσματος λειτουργικό διαχωρισμό των δικτύων από τις υπηρεσίες, όπου τουλάχιστον στην παρούσα φάση, δεν θεωρείται από τον ίδιο τον Οργανισμό επιθυμητή προοπτική. Ο ΟΤΕ στο μεταξύ κάθε χρόνο υλοποιεί επενδύσεις για τη βελτίωση του δικτύου του ύψους περί τα 400 εκατ. ευρώ. Προφανώς χρειάζεται να γνωρίσει άμεσα τα σχέδια για τη δημιουργία του νέου δικτύου ώστε να προσαρμόσει τις αποφάσεις του.

Η δεύτερη κατηγορία σχολίων προέρχεται κυρίως από τα στελέχη των εναλλακτικών φορέων. Από την πλευρά αυτή βεβαίως δεν τίθεται ως προτεραιότητα το μέλλον του ΟΤΕ.

Τα ερωτήματα που διατυπώνονται σχετίζονται με το πώς θα φθάσει να υλοποιηθεί ένα τέτοιο έργο με δεδομένο ότι οι εμπλεκόμενοι φορείς είναι πάρα πολλοί, ενώ την ίδια στιγμή το υπουργείο Μεταφορών, τουλάχιστον μέχρι τώρα, δεν έχει καταφέρει να υλοποιήσει με τις δικές του δομές κάποιο μεγάλο τηλεπικοινωνιακό έργο πολύ περισσότερο ένα, μεγέθους 2,5 δις. ευρώ, ή και στο σύνολό του όπως εξαγγέλθηκε, ύψους 3 δις. ευρώ. Υπάρχουν ακόμα στελέχη που σημειώνουν ότι η ανάγκη να γίνει ένα τέτοιο έργο είναι πιεστική και εκφράζουν αμφιβολίες για το αν μπορεί να υλοποιηθεί εντός της πενταετίας.

Εκτιμάται πως το επόμενο διάστημα και πάντως μέχρι τον Σεπτέμβριο όπου με βάση το χρονοδιάγραμμα θα ανακοινωθούν οι λεπτομέρειες του έργου και ο τρόπος υλοποίησής του, η σχετική συζήτηση θα ανάψει.

(Ναυτεμπορική 19.2.2008)

Ένα Σχόλιο

  1. Τελικά η πολιτική του κράτους μοιάζει σχιζοφρενική. Από τη μια θέλουμε τον ανταγωνισμό και διαλύουμε το δίκτυο του ΟΤΕ. Από την άλλη θέλουμε να φτιάξουμε ένα νέο δίκτυο με κρατική επιδότηση, παρεμβαίνοντας στον ανταγωνισμό.
    Κι όλα αυτά χωρίς τον ξενοδόχο: Σιγά που θ’ αφήσουν οι Δήμοι να ξανασκάψουμε τους δρόμους. Έχουμε ήδη μεγάλα προβλήματα με την διέλευση, ακόμα και την χρήση δημοτικών χώρων για καρτοτηλέφωνα κατανεμητές κλπ (ο κανονισμός διέλευσης είναι ακόμα στις καλένδες λόγω των αντικρουόμενων συμφερόντων), πέρα από το γεγονός ότι υπάρχουν παράγοντες που ενθαρρύνουν τους Δήμους να «παίξουν» κι αυτοί, φτιάχνοντας δίκτυα, μια επένδυση που η πείρα σε άλλες χώρες έχει δείξει ότι δεν είναι βιώσιμη. Εδώ οι Πάροχοι που έχουν πείρα και οικονομίες κλίμακας προβληματίζονται για το κόστος, οι Δήμοι θα τα καταφέρουν καλύτερα;

Σχολιάστε